Βρισκόμαστε στον Άσσο του νομού Κορινθίας. Για την ακρίβεια 4 χιλιόμετρα νότια από το κέντρο του χωριού. Σε αυτό το σημείο βρίσκεται η ανακαινισμένη «Ενετική Γέφυρα».
Η γέφυρα αυτή, που λειτουργούσε ως υδραγωγείο, κτίστηκε κατά τη Β’ Ενετοκρατία (1687-1715), σε μια περίοδο με έντονη οικοδομική δραστηριότητα στην Πελοπόννησο. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Άσσος, περίπου 12 χλμ. από την πόλη της Κορίνθου, πάνω στην παλαιά εθνική οδό Κορίνθου-Πατρών.
Γεφυρώνει το χείμαρρο Ράχιανι ή Λογγοπόταμο, ο οποίος διασχίζει την κοιλάδα των Κλεωνών και εκβάλλει στον Κορινθιακό Κόλπο.
Κατασκευαστικά στοιχεία
Πρόκειται για μια λίθινη πολύτοξη γέφυρα υδραγωγείου, μεγάλων διαστάσεων, που αναπτύσσεται σε δύο διαζώματα, είπε ο κ. Βλαχούλης.
Το κεντρικό τόξο της υδατογέφυρας, εύρους 8,50 μέτρων, που καταλήγει σε δύο λίθινα καμπυλωτά μεσόβαθρα, εντός της κοίτης του ρέματος του Λογγοπόταμου.
Τα δύο διαζώματα
Από αρχιτεκτονικής άποψης, η Βενετσιάνικη γέφυρα δικτύου υδραγωγείου στο ρέμα του Λογγοπόταμου αποτελείται από δύο διακριτά διαζώματα, έχοντας ύψος περίπου 8,50 μέτρα και συνολικό μήκος 27 μέτρα, σύμφωνα με τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, Θεμιστοκλή Βλαχούλη.
Το κάτω διάζωμα συνίσταται σε ένα μεγάλο ημικυκλικό τόξο, με εύρος περί τα 8,50 μέτρα, το οποίο εδράζεται στα δύο ισχυρά μεσόβαθρα του υδρευτικού έργου, καμπυλωτού σχήματος, ανεγερμένα σε κάποια απόσταση από τις όχθες και εντός της κοίτης του ρέματος.
Η δε τοιχοποιία της υπόψη επιμέρους ενότητας, απαρτίζεται μετωπικά από επιμελώς κατεργασμένους πώρινους δομόλιθους, χτισμένους με τεχνική του ισοδομικού συστήματος.
Αξιοπρόσεκτες είναι και μερικές οπές στην επιφάνεια των μεσόβαθρων, οι οποίες χρησίμευαν ως υποδοχές στερέωσης των ξύλινων δοκών των ικριωμάτων (σκαλωσιές) για τους τεχνίτες, κατά την αρχική κατασκευαστική φάση, όπως και για την περίπτωση που απαιτούνταν επισκευές ο δεύτερο διάζωμα της υδατογέφυρας του Άσσου, διαμορφώνονται επτά τοξωτά ανοίγματα από μία πεσσοστοιχία, που στηρίζεται στην καμάρα του κεντρικού τόξου και πλαισιώνονταν από δύο ακόμα τόξα εκατέρωθεν, εκ των οποίων διατηρείται το δυτικό μετά από ανακατασκευή του.
Πάνω από το κεντρικό τόξο αναπτύσσεται το δεύτερο διάζωμα, με ουσιώδες δομικό γνώρισμα μία πεσσοστοιχία, με δόμηση από λειασμένους ορθογώνιους λίθους, η οποία διαμορφώνει επτά υψιτενή τοξωτά ανοίγματα, μέσου εύρους περί το 1 μέτρο έκαστο, που βαίνουν επί της καμάρας. Αυτή η μεσαία ενότητα της υδατογέφυρας αντιστοιχεί στο αυθεντικό Βενετσιάνικο υδρευτικό κτίσμα και διατηρείται σε πολύ καλή κατάσταση.
Τα ημικυκλικά τόξα
Η δε πεσσοστοιχία αρχικά πλαισιώνονταν από δύο ακόμα ημικυκλικά τόξα, τα οποία κατέληγαν σε ακρόβαθρα στις όχθες του ρέματος, ενώ στην ανωδομή του διαζώματος σχηματίζεται ένας υδραύλακας πλάτους 2 μέτρων, μέσω του οποίου διοχετεύονταν οι επιζητούμενες ποσότητες ύδατος προς τις ανατολικές πεδινές εκτάσεις και στην γενικότερη κατεύθυνση της πόλης της (σημερινής Αρχαίας) Κορίνθου.
Σήμερα διασώζεται το δυτικό τόξο, εύρους γύρω στα 5 μέτρα, αν και ανήκει σε μία μεταγενέστερη επισκευαστική φάση, πιθανόν κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1715-1821), χωρίς όμως να αποκλίνει από τον πρωτότυπο σχεδιασμό. Δυστυχώς, το έτερο ανατολικό τόξο καταστράφηκε στην σύγχρονη εποχή με ανθρώπινη υπαιτιότητα και αντικαταστάθηκε από τυποποιημένο κατάστρωμα και αντίστοιχο ακρόβαθρο κατασκευασμένα από οπλισμένο σκυρόδεμα, αλλοιώνοντας την φυσιογνωμία του μνημείου. Όπως γίνεται αντιληπτό, η Βενετσιάνικη κατασκευή στο ρέμα του Λογγοπόταμου είναι ένα εξαιρετικά εκλεπτυσμένο εγγειοβελτιωτικό έργο, υψηλής καλαισθησίας, που διαθέτει μία σαφή συμμετρία στην αρχιτεκτονική διαρρύθμιση των τόξων του, καταδεικνύοντας την άρτια επαγγελματική κατάρτιση και την επιδεξιότητα των γεφυροποιών.
Τον Ιούνιο του 1995, η πολύτοξη υδατογέφυρα του Άσσου χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με την Υπουργική Απόφαση ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Β1/Φ31/15739/349/8-6-1995, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 570/Β/29-6-1995.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου