Το Κάστρο του Πασσαβά, ή απλούστερα Πασσαβάς ήταν φράγκικο κάστρο, ερείπια του οποίου διασώζονται σήμερα στη Λακωνική Μάνη, 10 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά από το Γύθειο και περίπου 2 χλμ. δυτικά της μεγάλης παραλίας του Μαυροβουνίου. Η περιοχή που βρίσκεται έλεγχε το μοναδικό ανατολικό πέρασμα για την Μάνη. Μέχρι και το 1780 ήταν και το βορειο-ανατολικό όριο της ελεύθερης Μάνης (Μπεηλίκι της Μάνης).
Χτίστηκε από τον Γάλλο ιππότη και πρωτοστάτορα του Μορέως Ιωάννη ντε Νεϊγύ (Jean de Neilly) το 1254 στα ερείπια της ακρόπολης της αρχαίας Λας και ονομάστηκε έτσι εκ της γαλλικής πολεμικής κραυγής Passe-Avant (= Πέρνα Εμπρός), που αποδόθηκε αρχικά στο στενό πέρασμα, (κλεισούρα. ή δερβενάκι επί τουρκοκρατίας), από το οποίο και ονομάστηκε στη συνέχεια το κάστρο. Τούτο αποτέλεσε έδρα και κατοικία των βαρώνων της Βαρωνίας του Πασσαβά, μία από τις δώδεκα βαρωνίες του πριγκιπάτου του Μορέως.
Το 1262 μετά την Μάχη της Πελαγονίας το κάστρο αποδόθηκε στους Βυζαντινούς , κατά τη συμφωνία για να απελευθερωθεί ο πρίγκιπας Γουλιέλμος Β’ Βιλλεαρδουίνος. Το Δεσποτάτο του Μυστρά το κράτησε έως το 1460 που καταλήφθηκε η Πελοπόννησος από τους Οθωμανούς. Παρά ταύτα οι Μανιάτες το επισκεύασαν, αμέσως μετά την άλωση του Μυστρά, όπου και αντιστάθηκαν στην τουρκική εισβολή. Το 1481 μετά τη νίκη των Τούρκων στον πόλεμο με τη Βενετία ο Μπεηλέρμπεης της Ρούμελης Αχμέτ κατάφερε μετά από την ηρωική αντίσταση των Μανιατών να το καταλάβει. Έτσι παρέμεινε για δύο αιώνες υπό συνεχή τουρκική κατοχή. Το 1685 το ανακατέλαβαν οι Μανιάτες, ως σύμμαχοι των Ενετών όπου με τη συνθήκη του Κάρλοβιτς η Πελοπόννησος πέρασε στην Βενετία η οποία και ίδρυσε το “Βασίλειο του Μορέως”. Τότε το όνομα Πασσαβάς δόθηκε και σε μία από τις τέσσερις επαρχίες της Μάνης που είχε καταστεί μία από τις επτά περιφέρειες – χώρες του Βασιλείου. Το 1715 μετά από το νέο ενετοτουρκικό πόλεμο όπου η Πελοπόννησος ανακαταλήφθηκε από τους Τούρκους το κάστρο του Πασσαβά αποτέλεσε με τουρκική φρουρά το βορειοανατολικότερο άκρο – όριο της ελεύθερης Μάνης. Στην Ορλωφική επανάσταση επανήλθε στους Μανιάτες, για πολύ μικρό χρονικό διάστημα λόγω της ατυχούς έκβασή της. Τελικά το 1780 το ανακατέλαβαν οριστικά οι Μανιάτες, μετά από την περίφημη σε ορμητικότητα άλωσή του, όπου και το κράτησαν μέχρι και την Ελληνική Επανάσταση του 1821, αφού προηγουμένως είχαν καταστρέψει μεγάλο τμήμα του.
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω το εν λόγω κάστρο κτίσθηκε επί του ανατολικού απόκρημνου λόφου Ασία, του περάσματος, επιστέφοντας τούτο την αρχαία πολύγωνη ακρόπολη Λαν κατά διεύθυνση ΒΔ πρός ΝΑ σε τραπεζοειδές σχήμα, με τις μεγαλύτερες επάλξεις προς τη ΒΔ πλευρά πάνω από το πέρασμα. Τούτο έφερε δύο πύλες, μία ανατολική και μία νότια, που ήταν και η κύρια. Στο βόρειο τμήμα του, (υψηλότερο), υπήρχαν τα αρχικά φράγκικα κτίσματα, πύργοι και ξενώνες και στο νότιο εγκαταστάσεις στρατοπέδου. Στα σημερινά ερείπια αναγνωρίζονται οι βόρειες επάλξεις, η δεξαμενή νερού που φέρει αρχαία μαρμάρινα δομικά υλικά καθώς και το τζαμί που χτίστηκε κατά την τουρκική κυριαρχία. Ουσιαστικά δεν επρόκειτο για ιδιαίτερα σπουδαίο κάστρο, πλην όμως η θέση του ήταν εκείνη που το έκανε αξιόλογο ως καστροφυλάκιο ελεγχόμενης διέλευσης. Η δε θέα που παρέχει είναι εκπληκτική τόσο προς το Βαθύ, βόρεια, όσο και προς νότια στον κάμπο του Χωσιαρίου, ιδιαίτερη όμως είναι η εποπτεία που παρέχει του Λακωνικού Κόλπου μέχρι και τα Κύθηρα. Σήμερα ο επαρχιακός δρόμος Γυθείου Αρεόπολης – Οιτύλου διέρχεται μέσα από το πέρασμα του Πασσαβά από το οποίο, λόγω της πυκνής βλάστησης, ένα μικρό μόνο μέρος των επάλξεων του κάστρου είναι ορατό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου