Από τη Νέα Κορώνη, στη Ζυρίχη και μετά στην κορυφή του κόσμου
Είναι το ελαιόλαδο το χρυσάφι της ελληνικής γης; Φυσικά, αρκεί κάποιοι ν’ αντιληφθούν ότι πρέπει να πωλείται σε συσκευασία που ταιριάζει σε χρυσάφι, αντί για κάρβουνο.
Η ιστορία της Αμαλίας Γιαννακοπούλου, που κατάγεται από τη Νέα Κορώνη και του Γιώργου Γεροσταθόπουλου, που γεννήθηκε στην Αθήνα αλλά κατάγεται απ' τον Πόρο και τον Παρνασσό και ζει μόνιμα στη Ζυρίχη, είναι τρανή απόδειξη ότι οι φιλίες μπορούν να γράψουν επιχειρηματική ιστορία.
Έξι χρόνια μετά την πρώτη είσοδο των «Ελαιώνων Μεσσηνίας» στην αγορά κι ενώ έχει μεσολαβήσει η οικονομική κρίση, που έχει τσακίσει τα νοικοκυριά, η εταιρεία αντρειεύει και θεριεύει, βάζοντας λιθαράκι για το επώνυμο ελληνικό ελαιόλαδο στο εξωτερικό. Το ελαιόλαδό τους ξεχωρίζει, γιατί και είναι ποιοτικό και... φαίνεται. Η οικογένεια Γιαννακοπούλου είχε παράδοση γενεών στην παραγωγή ελαιολάδου, αλλά το διέθετε σ' άλλους τυποποιητές-εμφιαλωτές.
Το 2008 η Αμαλία αποφάσισε να στήσει το δικό της brand και ν’ απευθυνθεί στις αγορές του εξωτερικού κι έτσι ξεκίνησε η πρώτη εξαγωγή στη Γερμανία. Προκειμένου να βρεθούν νέοι αγοραστές στο εξωτερικό, απευθύνθηκε σ' έναν καλό οικογενειακό φίλο, τον 38χρονο, σήμερα, Γιώργο Γεροσταθόπουλο, που έμενε στη Ζυρίχη και διέθετε σημαντική εμπειρία σε διευθυντικές θέσεις μάρκετινγκ.
Ο Γιώργος ως τότε γνώριζε καλά από λάδια... αυτοκινήτου. Είχε δουλέψει στη General Motors Europe, τη Chevrolet Europe κ.α. Ήξερε τον τρόπο ζωής σε Αγγλία, Γερμανία, Ελβετία, όπου είχε ζήσει, ενώ όντας Έλληνας ήξερε πόσο σημαντικό τρόφιμο είναι το ελαιόλαδο κι αντιλαμβανόταν τη δυναμική του στην αγορά.
Το ξεκίνημα έγινε σχεδόν από χόμπι, αλλά πρώτα ήθελε να δει πώς κινούνται οι ανταγωνιστές Ιταλοί, που είναι leaders στην αγορά. Βρέθηκε το 2010 στο Eataly της Νέας Υόρκης, για να δει πώς το ιταλικό φαγητό είχε καταφέρει να γίνει τρόπος ζωής. Δεύτερες σκέψεις υπήρχαν αλλά το ελληνικό πείσμα τις υπερνίκησε. Έτσι υιοθετήθηκε το τρίγωνο της ελπίδας για το ελαιόλαδο, βάζοντας στο τραπέζι τα ατού του: Προϊόν εξαιρετικής ποιότητας, περιορισμένη βιομηχανική επεξεργασία, που οδηγεί στην ιδιαιτερότητα του προϊόντος, ικανότητα του ελαιολάδου για εξαγωγές.
Ο Γιώργος Γεροσταθόπουλος πρότεινε στην Αμαλία να γίνουν συνεταίροι και ν' αναλάβει το τρίπτυχο «στρατηγική - μάρκετινγκ - πωλήσεις», ενώ η ίδια να διατηρήσει αντίστοιχα το κομμάτι της παραγωγής, της εμφιάλωσης και της εκπλήρωσης των παραγγελιών.
Το 2011 οι «Ελαιώνες Μεσσηνίας» πλέον στήθηκαν πάνω σε δύο ισχυρούς πυλώνες, το ποιοτικό προϊόν και την εμπειρία των πολυεθνικών: έρευνες αγοράς, σχεδιασμός και νέα τοποθέτηση του brand, νέα στρατηγική με focus groups, καινούργια συσκευασία, νέο επικοινωνιακό υλικό, αναβάθμιση των εγκαταστάσεων και εμφιαλωτήριο.
Οι «νέοι» «Ελαιώνες Μεσσηνίας», με όγκο παραγωγής 10 τόνων, μπήκαν στην αγορά τον Σεπτέμβριο του 2012 με ελαιόλαδο και πατέ ελιάς κι έκτοτε: Κέρδισαν την πρώτη θέση στα Ελληνικά Βραβεία Γραφιστικής και Εικονογράφησης (ΕΒΓΕ) για τη συσκευασία και την εικονογράφησή τους. Παρουσιάστηκαν σε περιοδικά, όπως το καταξιωμένο Monocle και το Hotellerie et Gastronomie της Ελβετίας.
Σήμερα υπάρχουν σκέψεις και για συμβολαιακή γεωργία. Τα προϊόντα τους εξάγονται σε Ελβετία, Γερμανία, Γαλλία, Σουηδία, Δανία, Φινλανδία, ενώ ετοιμάζονται να μπουν και στις αγορές των ΗΠΑ και της νότιας Αφρικής.
Ο Γιώργος Γεροσταθόπουλος εξηγεί πως «όλα αυτά δεν έγιναν εύκολα. Ενώ υπάρχουν μυστικά για την παραγωγή, ώστε να είναι καλό το προϊόν, το πρόβλημα να διαφοροποιηθείς στην αγορά και να καταλάβεις τους περιορισμούς και τις δυνατότητες ενός προϊόντος, είναι μεγάλο. Μεγάλο μέρος του ξένου πληθυσμού είναι απαίδευτο, γνωρίζει πρώτα το ιταλικό και μετά το ισπανικό ελαιόλαδο. Μπορεί εμείς οι Έλληνες να χαιρόμαστε για την ποιότητα του ελαιολάδου, αλλά για τους ξένους καταναλωτές θεωρείται "εξωτικό" προϊόν και δύσκολα παραχωρείται μία θέση στο ράφι», τονίζει.
Η εταιρεία πηγαίνει το προϊόν σε delicatessen καταστήματα και το παίρνουν συνήθως άτομα που είναι από τη μεσαία τάξη και πάνω, που συχνά έχουν έρθει στην Ελλάδα. Οι καλύτερες πωλήσεις γίνονται μέχρι στιγμής στην Ελβετία. Για όσους θεωρούν την εξωστρέφεια εύκολη υπόθεση, ο ίδιος βάζει τα πράγματα στη θέση τους: «Ο κόσμος που θέλει να στραφεί στο εξωτερικό πρέπει να είναι προσεκτικός, τα κέρδη δεν είναι αμύθητα κι είναι δύσκολη δουλειά με μεγάλο ανταγωνισμό. Όλοι θέλουν το premium, αλλά πρέπει να ξέρουν ότι έχεις να παίξεις με μεγαθήρια».
Επιμέλεια: Αντώνης Πετρόγιαννης απο το enet.gr
Είναι το ελαιόλαδο το χρυσάφι της ελληνικής γης; Φυσικά, αρκεί κάποιοι ν’ αντιληφθούν ότι πρέπει να πωλείται σε συσκευασία που ταιριάζει σε χρυσάφι, αντί για κάρβουνο.
Η ιστορία της Αμαλίας Γιαννακοπούλου, που κατάγεται από τη Νέα Κορώνη και του Γιώργου Γεροσταθόπουλου, που γεννήθηκε στην Αθήνα αλλά κατάγεται απ' τον Πόρο και τον Παρνασσό και ζει μόνιμα στη Ζυρίχη, είναι τρανή απόδειξη ότι οι φιλίες μπορούν να γράψουν επιχειρηματική ιστορία.
Έξι χρόνια μετά την πρώτη είσοδο των «Ελαιώνων Μεσσηνίας» στην αγορά κι ενώ έχει μεσολαβήσει η οικονομική κρίση, που έχει τσακίσει τα νοικοκυριά, η εταιρεία αντρειεύει και θεριεύει, βάζοντας λιθαράκι για το επώνυμο ελληνικό ελαιόλαδο στο εξωτερικό. Το ελαιόλαδό τους ξεχωρίζει, γιατί και είναι ποιοτικό και... φαίνεται. Η οικογένεια Γιαννακοπούλου είχε παράδοση γενεών στην παραγωγή ελαιολάδου, αλλά το διέθετε σ' άλλους τυποποιητές-εμφιαλωτές.
Το 2008 η Αμαλία αποφάσισε να στήσει το δικό της brand και ν’ απευθυνθεί στις αγορές του εξωτερικού κι έτσι ξεκίνησε η πρώτη εξαγωγή στη Γερμανία. Προκειμένου να βρεθούν νέοι αγοραστές στο εξωτερικό, απευθύνθηκε σ' έναν καλό οικογενειακό φίλο, τον 38χρονο, σήμερα, Γιώργο Γεροσταθόπουλο, που έμενε στη Ζυρίχη και διέθετε σημαντική εμπειρία σε διευθυντικές θέσεις μάρκετινγκ.
Ο Γιώργος ως τότε γνώριζε καλά από λάδια... αυτοκινήτου. Είχε δουλέψει στη General Motors Europe, τη Chevrolet Europe κ.α. Ήξερε τον τρόπο ζωής σε Αγγλία, Γερμανία, Ελβετία, όπου είχε ζήσει, ενώ όντας Έλληνας ήξερε πόσο σημαντικό τρόφιμο είναι το ελαιόλαδο κι αντιλαμβανόταν τη δυναμική του στην αγορά.
Το ξεκίνημα έγινε σχεδόν από χόμπι, αλλά πρώτα ήθελε να δει πώς κινούνται οι ανταγωνιστές Ιταλοί, που είναι leaders στην αγορά. Βρέθηκε το 2010 στο Eataly της Νέας Υόρκης, για να δει πώς το ιταλικό φαγητό είχε καταφέρει να γίνει τρόπος ζωής. Δεύτερες σκέψεις υπήρχαν αλλά το ελληνικό πείσμα τις υπερνίκησε. Έτσι υιοθετήθηκε το τρίγωνο της ελπίδας για το ελαιόλαδο, βάζοντας στο τραπέζι τα ατού του: Προϊόν εξαιρετικής ποιότητας, περιορισμένη βιομηχανική επεξεργασία, που οδηγεί στην ιδιαιτερότητα του προϊόντος, ικανότητα του ελαιολάδου για εξαγωγές.
Ο Γιώργος Γεροσταθόπουλος πρότεινε στην Αμαλία να γίνουν συνεταίροι και ν' αναλάβει το τρίπτυχο «στρατηγική - μάρκετινγκ - πωλήσεις», ενώ η ίδια να διατηρήσει αντίστοιχα το κομμάτι της παραγωγής, της εμφιάλωσης και της εκπλήρωσης των παραγγελιών.
Το 2011 οι «Ελαιώνες Μεσσηνίας» πλέον στήθηκαν πάνω σε δύο ισχυρούς πυλώνες, το ποιοτικό προϊόν και την εμπειρία των πολυεθνικών: έρευνες αγοράς, σχεδιασμός και νέα τοποθέτηση του brand, νέα στρατηγική με focus groups, καινούργια συσκευασία, νέο επικοινωνιακό υλικό, αναβάθμιση των εγκαταστάσεων και εμφιαλωτήριο.
Οι «νέοι» «Ελαιώνες Μεσσηνίας», με όγκο παραγωγής 10 τόνων, μπήκαν στην αγορά τον Σεπτέμβριο του 2012 με ελαιόλαδο και πατέ ελιάς κι έκτοτε: Κέρδισαν την πρώτη θέση στα Ελληνικά Βραβεία Γραφιστικής και Εικονογράφησης (ΕΒΓΕ) για τη συσκευασία και την εικονογράφησή τους. Παρουσιάστηκαν σε περιοδικά, όπως το καταξιωμένο Monocle και το Hotellerie et Gastronomie της Ελβετίας.
Σήμερα υπάρχουν σκέψεις και για συμβολαιακή γεωργία. Τα προϊόντα τους εξάγονται σε Ελβετία, Γερμανία, Γαλλία, Σουηδία, Δανία, Φινλανδία, ενώ ετοιμάζονται να μπουν και στις αγορές των ΗΠΑ και της νότιας Αφρικής.
Ο Γιώργος Γεροσταθόπουλος εξηγεί πως «όλα αυτά δεν έγιναν εύκολα. Ενώ υπάρχουν μυστικά για την παραγωγή, ώστε να είναι καλό το προϊόν, το πρόβλημα να διαφοροποιηθείς στην αγορά και να καταλάβεις τους περιορισμούς και τις δυνατότητες ενός προϊόντος, είναι μεγάλο. Μεγάλο μέρος του ξένου πληθυσμού είναι απαίδευτο, γνωρίζει πρώτα το ιταλικό και μετά το ισπανικό ελαιόλαδο. Μπορεί εμείς οι Έλληνες να χαιρόμαστε για την ποιότητα του ελαιολάδου, αλλά για τους ξένους καταναλωτές θεωρείται "εξωτικό" προϊόν και δύσκολα παραχωρείται μία θέση στο ράφι», τονίζει.
Η εταιρεία πηγαίνει το προϊόν σε delicatessen καταστήματα και το παίρνουν συνήθως άτομα που είναι από τη μεσαία τάξη και πάνω, που συχνά έχουν έρθει στην Ελλάδα. Οι καλύτερες πωλήσεις γίνονται μέχρι στιγμής στην Ελβετία. Για όσους θεωρούν την εξωστρέφεια εύκολη υπόθεση, ο ίδιος βάζει τα πράγματα στη θέση τους: «Ο κόσμος που θέλει να στραφεί στο εξωτερικό πρέπει να είναι προσεκτικός, τα κέρδη δεν είναι αμύθητα κι είναι δύσκολη δουλειά με μεγάλο ανταγωνισμό. Όλοι θέλουν το premium, αλλά πρέπει να ξέρουν ότι έχεις να παίξεις με μεγαθήρια».
Επιμέλεια: Αντώνης Πετρόγιαννης απο το enet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου